παρα-κείμενα

Σάββατο, Ιανουαρίου 12, 2008

92 ~ διάλογοι



Τουλάχιστον συνομιλούμε στα όνειρα

Γιάννης Τόλιας



ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

Άντρας:
Όταν σε κοιτώ, θυμάμαι τη Γη.
Τότε στον Κήπο.
Τότε που,
καθρεφτάκια κρέμονταν στα δέντρα,
μικρές λάμψεις η απουσία σου,
το μεγάλο μήλο, το μικρό φίδι,
ήμασταν άραγε ποτέ τόσο αθώοι,
τόσο επιμελημένα ένοχοι;
Θυμάσαι;

Γυναίκα:
Δεν θυμάμαι τίποτε.
Όταν μιλάς, δεν καταλαβαίνω.
Μία ρωγμή χωρίζει το φύλο μου
στη μέση.
Όσον αφορά εμένα,
ουδέποτε υπήρξε Κήπος ή Θεός.
Μονάχη πορευόμουνα τότε
και τώρα μόνη.

Άντρας:
Και όμως,
υπήρξαμε εραστές.
Αυτό που οι πολλοί λεν
"αγγίζω".

Γυναίκα:
Θυμάμαι μόνο μια λίμνη,
στην άκρη ενός τίποτα,
στην πλάτη ενός βατράχου που τρέχει.
Θυμάμαι την ομίχλη
και στη μέση μια βάρκα με κουπιά.
Έφευγα μόνη
και μόνο μια μέλισσα
βόμβιζε στο κενό.

Άντρας:
Κι όμως υπήρξαμε εραστές.
Στην άγνωστη γλώσσα των χαμένων πουλιών,
"σ' αγαπώ" σημαίνει "επιστρέφω".

Γυναίκα:
Άκου -
Μια κουκουβάγια μαχαιρώνει τη σιωπή.
Για μένα "σ' αγαπώ" σημαίνει
άγριο δάσος,
ουρλιαχτό,
φεγγάρι από αίμα.

Άντρας:
Μ' αγάπησες ποτέ στ' αλήθεια;

Γυναίκα:
Λίγο τσάι ακόμα;
Τα απογεύματα στην εξοχή
είναι φέτες λεμονιού,
ξινά και ανεπαίσθητα ανούσια.
Αλήθεια, πώς μπερδεύεται η αλήθεια
μες στο παλιό σαμοβάρι, με το ψέμα.
Λίγη ζάχαρη ή γάλα;

Χλόη Κουτσουμπέλη
-Η Λίμνη, ο Κήπος και η Απώλεια-



Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ

Η νύχτα ήταν χαρτί - κι είμαστε το μελάνι:

- "Άντρα, ζωγράφισες πρόσωπο ή πέτρα;"
- "Γυναίκα, ζωγράφισες πρόσωπο ή πέτρα;"

Δεν απάντησα
ούτε εκείνη απάντησε / ερωτευτήκαμε

τη σιωπή μας - αδιέξοδη
όπως η αγάπη μας - αδιέξοδη.

Άδωνης
*μτφ: Ελένη Κονδύλη-Μπασούκου


ΣΚΗΝΕΣ ΑΠΟ ΕΝΑ ΓΑΜΟ

Μαριάν: Ένα δεκάρικο αν μου πεις τι σκέφτεσαι.
Γιόχαν: Μόλις μου κατέβηκε ότι εσύ κι εγώ έχουμε αρχίσει να λέμε ο ένας στον άλλον την αλήθεια
Μ: Δεν την λέγαμε παλιά; Όχι, δεν την λέγαμε. Γιατί δεν το κάναμε; Περίεργο... γιατί να λέμε τώρα την αλήθεια; Ξέρω... είναι γιατί δεν έχουμε απαιτήσεις.
Γ: Δεν έχουμε μυστικά ο ένας απ' τον άλλον.
M: Τίποτα να διαφυλάξουμε.
Γ: Με λίγα λόγια μπορούμε να λέμε την αλήθεια. Ύστερα από 20 χρόνια.
M: Ύστερα από είκοσι χρόνια...
Γ: Νομίζεις ότι δύο άνθρωποι που ζουν κάθε μέρα μαζί, μπορούν ποτέ να λένε την αλήθεια ο ένας στον άλλον; Είναι δυνατό;
M: Για μας πάντως δεν ήταν.
Γ: Ήταν όμως αναγκαίο;
M: Εννοείς, φαντάσου... να λέγαμε πάντα την αλήθεια και να μην κρύβαμε ποτέ κανένα μυστικό ο ένας απ' τον άλλον;
Γ: Mα μήπως το ξέραμε ότι είχαμε μυστικά;
M: Μα φυσικά λέγαμε ψέματα. Εγώ, τουλάχιστον, έλεγα.
Γ: Εσύ! Δεν το εννοείς...
M: Άκου τον τόνο της φωνής σου, Γιόχαν.
Γ: Ποιον καταραμένο τόνο της φωνής;
M: Toν τόνο της πληγωμένης αθωότητας...

Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
*μτφ: Φίλιππος Δραγούμης


ΡΟΖ

- Ήθελα στα γενέθλια να μου 'φερνες λουλούδια
- Ήθελα στα γενέθλια μόνος μου να τα πιω
- Να με γλυκονανούριζες τα βράδια με τραγούδια
- Άσε με... πήγε τέσσερις΄ θέλω να κοιμηθώ

- Κοίτα καλέ που έμπλεξα΄ θα σκάσω απ' το κακό μου
- Πάνω που ετοιμαζόμουνα το ίδιο να σου πω
- Βρε, αν δε σ' ερωτευόμουνα θα 'κανα το δικό μου
- Εγώ να δεις τι θα 'κανα... μα έλα που σ' αγαπώ

Γιάννης Μηλιώκας
(ντουέτο με την Αφροδίτη Μάνου)

Ετικέτες

permalink

4 Comments:

Κι αυτός είπε:

Θα σε πληγώνω
Κάθε μέρα θα σε σκοτώνω
Στην αγκαλιά μου πεθαίνοντας
Θα γράφεις τα πιο ωραία ποιήματα.

Κι αυτή είπε:

Καμία λέξη σου
δε συγχωρώ
Πάλι και σήμερα
Με ποίημα
Έβαψες τα χέρια σου.

Δευτέρα, Ιουλίου 20, 2009 10:41:00 μ.μ.  

Αμνηστεύω όλους τους νυχτερινούς διαλόγους
Είπες ότι κατά λάθος υπήρξες.

Γ.Τ.

Τρίτη, Αυγούστου 11, 2009 1:42:00 μ.μ.  

Αυτή:

«Πέτρινα σπίτια, προχωρημένο φθινόπωρο, αρκετό κρύο για μπουφάν
και χουχουλιάρικα ρούχα. Δωμάτια σε ξενώνες και ξενοδοχεία,
με τζάκι, εξορμήσεις στην φύση, οξυγόνο, άνθη του φθινοπώρου
σπαρμένα στο έδαφος ανάκατα με τα ριγμένα φύλλα…

Κι άρχισε η φαντασία να ταξιδεύει
Αμέσως ξύπνησε την επιθυμία (λαγοκοιμόταν ανήμπορη να ζητήσει κάτι αφού όλο αρνήσεις ακούει τώρα τελευταία, έτσι είχε ήδη λουφάξει), την ταρακούνησε και της είπε "ντύσου"

Κι έγινε εικόνα.
Εικόνες…

Και τον κρατούσα σφιχτά από το μπράτσο και έγερνα επάνω του. Κι ήταν ψηλός και ωραίος ο αγαπημένος μου όπως ήδη είναι.
Και περπατούσαμε εκεί, ανάμεσα από τα πέτρινα σπίτια, στο πράσινο μέρος καθώς σιγά σιγά σκοτείνιαζε.

Κι ήμουν απίστευτα ευτυχισμένη.

Μας περίμενε ένα δωμάτιο με αναμμένο τζάκι -είμαστε εκδρομή- αλλά δεν βιαζόμαστε, χορταίναμε τα μάτια με την ομορφιά του τοπίου. Ίσως και μια ζεστή κούπα τσάι, ένα ποτήρι κόκκινο κρασί, δεν ξέρω, είχα αποφασίσει να έβαζα στην φαντασίωση ό,τι τραβούσε η όρεξή του.

Καρφίτσωσα την εικόνα στην καρδιά μου -πόνεσε-
"άλλο ένα Ποτέ" είπα,
κι αποκοιμήθηκα»


Αυτός:

Έφτασα πρώτος στο χωριό. Χωριστές αφίξεις για λόγους ευνόητους.
Τι όμορφο καλωσόρισμα η θωπεία της νυχτερινής ομίχλης στο πρόσωπο.
Ανέβηκα βιαστικά τα σκαλοπάτια του πέτρινου σπιτιού.
Πάνω στα έπιπλα ο συνηθισμένος ένοικος της σκόνης.
Άναψα το τζάκι και κάθισα απέναντι παρακολουθώντας την πύρινη οθόνη
να προβάλει σκηνές ολοκαυτώματος.
Σκέφτηκα, κορμοί που κάποτε έδιναν άνθη και καρπούς, τώρα στην τελευταία προσφορά τους.

Το πρωί θα με συνοδεύσει στον περίπατο η απουσία σου.
Το φως, πάντα θα μου στερεί τη χαρά να σου δείχνω τα μικρά καθημερινά θαύματα
της φύσης.
Το χτύπημα στην πόρτα σκέπασε βιαστικά τις σκέψεις μου.

Καθίσαμε απέναντι στη φωτιά.
Με ρώτησες αν είναι πιο δυνατή από αυτή που καίει μέσα μας.
Περισσότερο πειστική απάντηση από το φιλί μου, απάντησα, δεν υπάρχει.
Σε κέρασα κόκκινο κρασί. Κάτι είπες για το χρώμα, του πάθους.
Πρόσεξε μη μεθύσεις, είπα. Πιο γλυκιά ζάλη από αυτή των στιγμών μας
απάντησες, δεν υπάρχει.

Το υπόλοιπο της νύχτας, αυστηρά ιδιωτική υπόθεση…


Γιάννης Τόλιας

Δευτέρα, Μαΐου 14, 2012 8:56:00 μ.μ.  

!!! Δεν ξέρω πώς μάντεψες ποιο θα είναι το επόμενο θέμα μου. Αλλά ξέρω ποιο ποίημά σου έχω ήδη επιλέξει:

Kι αυτή είπε:
Να ξέρεις δεν αγαπάω τίποτα
που να μη με πληγώνει
και ο πόνος αρχίζει
όταν εγγίζουν οι αγαπημένοι και οι ενοχές τους

Κι εγώ είπα:
Aπ' αυτούς που ισχυρίστηκαν
πως σ' αγάπησαν
σωστοί ήταν μόνο εκείνοι
που ήξεραν να έρχονται και να φεύγουν
την κατάλληλη στιγμή
... ... ...

(από το Ονειρόδραμα)

Τρίτη, Μαΐου 15, 2012 12:18:00 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Επιστροφή στην αρχική σελίδα