παρα-κείμενα

Δευτέρα, Μαρτίου 24, 2008

97 ~ ταξίδια, i



Με τον αφρό των πλοίων που σάλπαραν χωρίς εμένα,
γράφεται σιγά σιγά το μακρινό ταξίδι μου.

Αλέξης Ζακυθηνός



ΤΑΞΙΔΙΑ

Στένεψαν
τα περιθώρια, οι ανάσες
τα σώματα ασφυκτιούν
Συρρικνώνεται η πόλη
στα τετραγωνικά ενός σπιτιού
στη διαδρομή σπίτι — γραφείο και πάλι πίσω
Καραδοκεί η ψυχή μου
το μπλε που της έταξες
Στο σαλόνι
κάτω από το τζάκι απλώνω το λιμάνι της Σερίφου
Δεξιά και αριστερά παρατάσσω τα βουνά με τους χίλιους ανέμους
να δοκιμάζουν την ισορροπία του «ήμουν» και του «έγινα».
Στον τοίχο της κουζίνας σκαρφαλώνει ανυπότακτη η Χώρα
Όλα ενώνονται και συνδέονται
με το αδιαίρετο Μπλε
Το δωμάτιο πλημμυρίζει θάλασσα
Το πόδι του τραπεζιού γίνεται άρμπουρο
Εξωλέμβια η πολυθρόνα που αγαπάς
ο καναπές της ταχύπλοο λικνίζεται αρόδου
Σπάνε τα παράθυρα τρικάταρτα
μισοβυθισμένα
γκρεμίζονται οι ενδιάμεσοι τοίχοι
Μια ξέρα εδώ
ένας ύφαλος πιο κει
ίσα που διακρίνεται κάτω από το νερό
Χύνεται γαλάζιο από το μπαλκόνι
σκεπάζει δέντρα, αυτοκίνητα, το απέναντι κτήριο
Ολόκληρο Αιγαίο σκεπάζει την πόλη.
Από δω, όταν ο καιρός είναι καλός,
αγναντεύω τη Σίφνο.
... ... ...

Λίνα Στεφάνου
-Στον κήπο με τις σαλαμάνδρες-
(κουκούτσι, τχ. 1)



ΤΟ ΠΑΡΑΦΟΡΟ ΤΑΞΙΔΙ

...
Όσο κι αν εσύ απλώνεις τον νου σου ξαναμμένο
τρεις λεύγες πέρα απ' το καράβι, κι ακόμη πιο μακριά,
με τις σανίδες να σκιρτούν στη μανική περπατησιά σου,
μονότονη τρέχει στο κατόπι σου μια αυλακιά.

Κι είναι όσο απλόχωρο το θέλεις τούτο το σκαρί,
απ' την καρίνα ως το κατάρτι ούτε ψυχή
μ' ένα πηδάλιο δύσκολο στο κράτημά του,
οι χάρτες λευκοί, σκυθρωπό το πλήρωμά του,

χωρίς φορτίο, μ' έναν μόνο προορισμό:
να οδηγήσει της μοίρας σου την άθλια τροπή
σ' έναν δίχως στεριές ωκεανό
σε μιαν άμορφη γαλάζια απλωσιά χωρίς ζωή.



Robert Graves
-μτφ: Σάκης Σερέφας
-Σε ξένη γλώσσα η λύπη μας (ποιήματα για τον Καβάφη)-



ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗ ΜΝΗΜΗ

Να κάνω ένα μακρύ ταξίδι στην Ήπειρο. Αφήνοντας την παλιά Ελλάδα διήλθα, υποθαλασσίως, στην Πρέβεζα, Αιμίλιε, κι ανέβηκα ως τη Φιλιππιάδα, Γιάννη, κι ύστερα, διαπορθμεύτηκα στην αντίπερα όχθη του Αχέροντα κι έφτασα στην Πέρδικα, άλλε Γιάννη. Έστρεψα, κατόπιν, ανατολικά και πέρασα από τη Γρανίτσα, Βασίλη, κι απέκει, Γιώτα, στους Μελιγγούς και πέρα ως το Ελληνικό των Κατσανοχωρίων, Τάσο, και μέχρι την Πράμαντα, άλλε Βασίλη. Ώσπου νυχτώθηκα, Νίκο, στα Γιάννενα.

Τ' άλλο πρωί ανηφόρισα προς το Ζαγόρι ρωτώντας για σένα στους Ασπράγγελους, Φρίξο, κι υπερβαίνοντας την Τύμφη και το Σμόλικα, σκαρφάλωσα στην Αετομηλίτσα του Γράμμου, Βασίλη. Κύλησα, αργότερα, κατά την Οξυά, Πάνο, φίλε μου, και διαβαίνοντας τον Σαραντάπορο με πήρε το βράδυ, Αποστόλη, στην Κόνιτσα.

Την επαύριο άφησα πίσω μου τον Αώο και μπήκα στο Πωγώνι. Σύνταχα πέρασα απ' τον Άγιο Κοσμά, Τάσο, και το γιόμα σ' αναζήταγα στο Περιστέρι, Χριστόφορε. Μεσημέριασα στο Μαυρονόρος, Θανάση, κι ακόμα χαμηλότερα, Άννα, στο Βασιλόπουλο. Γύρισα, τέλος, δυτικά, πέρα από του Καλαμά τους παραπόταμους και το δειλινό με βρήκε στην Πόβλα - Αμπελών γράφει τώρα στους δρομοδείκτες, Σωτήρη.

Εγύρισα στα σπίτια σας και στα γεννητικά σας, κανέναν σας δεν ηύρηκα, κανέναν δεν ευρήκα.
... ... ...

Γιώργος Χ. Θεοχάρης
-Πλανόδιον, τχ.43-



ΜΟΥ 'ΤΑΞΕΣ ΤΑΞΙΔΙ ΝΑ ΜΕ ΠΑΣ

Μου 'ταξες ταξίδι να με πας
όσο μακριά ο κόσμος φτάνει
Πού αλλού καρδιά μου να με πας;
Πήγα στον παράδεισο και φτάνει

Χρήστος Νικολόπουλος / Σώτια Τσώτου
(με την Δήμητρα Γαλάνη)

Ετικέτες

permalink

0 Comments:

Δημοσίευση σχολίου

<< Επιστροφή στην αρχική σελίδα