παρα-κείμενα

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 23, 2013

233 ~ πρωτοχρονιά, iii



Νέο έτος, νέο πρωινό.
Του περσινού χρόνου η βουή
γεμίζει τις παλάμες μας.

István Vörös
*μτφ: Έφη Πυρπάσου
-Η κοινή μας φούγκα-


ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ

Υπάρχουν δυο πράγματα τώρα πια,
Η μεγάλη μαύρη νύχτα που σβήνει
Κι αυτή η λάμπουσα φωτιά.

Η φωτιά, η επικεντρωμένη αναμονή
Κι εμείς δυο έτοιμα σημάδια
Που στέκουν μες στην προσμονή.

Άκου η σκοτεινιά αντηχεί
Όπως κυκλώνει τη φωτιά μας
Βγάλε τα ρούχα, πες ευχή.

Οι ώμοι σου, στο λαιμό σου σημάδι!
Τα στήθη σου, η γυμνότητά σου!
Στο φλεγόμενο δέρμα το χάδι!

Όπως η σκοτεινιά τρεμοσβήνει και βυθίζεται,
Όπως το φως της φωτιάς πέφτει κι ανακλαδίζετα
Από τα πόδια σου ως τα χείλη λικνίζεται!

D.H. Lawrence
*μτφ: Θάνος Κανδύλας
-Περίπλους, τχ.50-


ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ

Σκέπτομαι, ξανασκέπτομαι τι στίχους να σου γράψω;
Αίσθημα, ποιο απ' της καρδιάς τα βάθη να ξεθάψω;
Σαν τι ευχή πρωτοχρονιάς η ποίησις να στείλη
Στην πειο ωραία Μούσα της, στην πειο καλή της φίλη;

Και δεν ευρίσκω αίσθημα να σου εκφράσω ένα!
Αχ! όλα βρίσκονται βαθειά στα στήθη μου κλεισμένα.
Ευχή, αγάπη, θαυμασμός και δέησις ακόμα,
Μα είν' βαθειά μέσ' την καρδιά, δεν φθάνουν ως το στόμα

Δημήτριος Ι. Κόκκος
-Ανθ. Νεοελ/κής Ποιήσεως Απ. Αποστολίδη-

Η ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Πρωτοχρονιά του 1960

Να λοιπόν και η Πρωτοχρονιά του χίλια εννιακόσια εξήντα! Απίστευτη βέβαια, αλλά φαίνεται, πως είναι αληθινή. Παραμονή, ανεβαίνω το χαρούμενο δρόμο, ανάμεσα στην πυκνή κοσμοσύναξη, που δεν αφήνει τόπο να υπάρξεις. Σέρνεις και σέρνεσαι, από σταυροδρόμι σε σταυροδρόμι, από προθήκη σε προθήκη. Άλλοτε είταν τα πολλά λαμπιόνια, τα τόξα με το άσπρο φως. Τώρα υπάρχουν τα μεγάλα φανάρια και τα χρώματα, τα πράσινα, τα κόκκινα, τα γαλάζια, που ανάβουν και σβήνουν. Οι προθήκες εξακολουθούν να είναι γεμάτες παρδαλές γραβάτες και άδεια κοστούμια, άδεια παπούτσια, άδεια καπέλα, σιδηροδρομάκια, σιδερένια ζωάκια, κούκλες με λαμπρά φουστάνια και άδεια μέσα στις γεμάτες προθήκες. Ακόμη και οι αναπτήρες δεν έχουν βενζίνη. Κάποτε συλλογιόσουν τούτη την Πρωτοχρονιά, μ' αυτό το εξήντα, το στρογγυλό, το προχωρημένο και προσπαθούσες να μαντέψεις το πρόσωπό της: «πώς θα είναι ο κόσμος;». Καθώς κάθεσαι τώρα και συλλογιέσαι: «πώς θα είναι ο κόσμος στα χίλια εννιακόσια εβδομήντα, ογδόντα, ενενήντα, στα δυο χιλιάδες;». Kαι βέβαια, ο κόσμος θα έχει αλλάξει. Ολοένα αλλάζει ο κόσμος. Μα όσο γοργή κι αν συμβαίνει η αλλαγή, μονάχα την πρώτη, την ολόπρωτη στιγμή ξαφνιάζει. Καθώς ο άνθρωπος, έτσι κι ο κόσμος μεταμορφώνεται σιγά σιγά, χωρίς να το νιώθει. Και πρέπει να βάλει κάποια σημάδια κανείς, να ορίσει μεγάλα κομμάτια του χρόνου, για να μπορέσει να την κάμει συνείδησή του την αλλαγή. Το σήμερα φαίνεται πως είναι το ίδιο το χθες. Χρειάζονται μια σύναξη χθες, για ν' αλλάξει το σήμερα. Να λοιπόν και Πρωτοχρονιά του χίλια εννιακόσια εξήντα!

Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος
-Νέα Εστία, τχ. 780-
(αρχείο ΕΚΕΒΙ)


ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ!

...γιατί ο χρόνος δεν υπάρχει
γιατί ο χρόνος είσαι εσύ κι όλοι άλλοι
και κανείς δεν γνωρίζει η ζωή πού θα βγάλει
κι όλο αυτό είναι μια μεγάλη γιορτή
Κι όποιος είπε "και του χρόνου!"
θα εννοεί πως δεν τελειώσαμε φέτος
ευτυχές και στο χέρι μας το νέο έτος
και πες το μου κι εσύ

Φοίβος Δεληβοριάς

Ετικέτες

permalink

0 Comments:

Δημοσίευση σχολίου

<< Επιστροφή στην αρχική σελίδα