παρα-κείμενα

Παρασκευή, Απριλίου 22, 2011

178 ~ φωτογραφίες, iii



ΤΟ ΛΕΥΚΩΜΑ

Βίοι φυγόκεντροι
μιας περιπλάνησης τυφλής στην περιφέρεια
αναλωμένοι χρόνοι
σ' ένα απροσπέλαστο παρόν που δε λυτρώνει

ξεφυλλίζοντας το λεύκωμα με τις φωτογραφίες
το θρόισμα των σελίδων του
χρόνος πάνω σε χρόνο
το πρόσωπο σου αλλάζοντας
μιας μεταμόρφωσης αργής
βλέμμα πάνω σε βλέμμα
σ' ένα παλίμψηστο πυκνό
στοιβάδες λήθης εύθρυπτης
η μια πάνω στην άλλη
αφήνοντας να εξέχουν
φωτογραφίες πρόσφατες
που εντός τους μετατοπίζεσαι
στην άκρη της εικόνας
σαν από μια φυγόκεντρο
που τείνει να σ' αφαιρέσει
σβήνοντας κάθε ίχνος σου
μέχρι που φτάνοντας στην τελευταία σελίδα
που μένει πάντα αδειανή
σαν άδεια φωτογραφία
ο χρόνος αποσύρεται στο ανυπόστατο παρόν
το πάντοτε ήδη παρελθόν
το πάντοτε ακόμη μέλλον
το λεύκωμα καταλήγοντας σ' ένα ανείπωτο λευκό
σε ένα «τώρα» άμορφο
αμέτοχο στη διαδοχή
φτερό ξεκολλημένο απ' του καιρού τη φτερωτή
ακτίνα απ' το κέντρο της σπασμένη
μα όχι επιζήμια
στη ρόδα που γυρίζει το ίδιο όπως και πριν
ειρκτή μιας περιπλάνησης
τυφλής
στην περιφέρεια

Βασίλης Ντόκος
-Ποίηση, τ.13-



Η ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΓΡΑΦΕΙ

Είναι περισσότερο κι από βέβαιο: δε νιώθω την απουσία σου.
Πέρασα όλο το απόγευμα βάζοντας τάξη στα χαρτιά σου,
Διαβάζοντας τα πέντε γράμματα που μου έστειλες
Την εβδομάδα που χάσαμε: εσύ στο Alentejo,
Κι εγώ κάτω από το νερό. Μετά, πότισα τα τριαντάφυλλα
Που άφησες στον κήπο. Πάντα μόνη και χωρίς
Να κλαψουρίζω για την κατάστασή μου (γιατί δε σε έχω ανάγκη),
Έβαλα το δίσκο της Chavela που μου έδωσες τα Χριστούγεννα
Κι άρχισα να ετοιμάζω το φαγητό της αρεσκείας σου.
Μαγειρεύοντας χάνω την όρεξή μου, γι' αυτό
Άνοιξα ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί και δε μου στοιχίζει
Να σου εξομολογηθώ ότι δε νιώθω την απουσία σου.
Κατά τις δέκα, υποχρεώθηκα να αρνηθώ
Δύο προσκλήσεις για έξοδο (επικαλέστηκα ανδροφοβία).
Κι αυτή τη στιγμή κόβω το πρόσωπό σου
(Δε μου λείπεις) από τη φωτογραφία
Που είμαστε οι δυο μας και που φύλαγα.
Είναι ένας τρόπος να τιμωρήσω στο χαρτί
Την ανίκανη ηλίθια που σ' άφησε να φύγεις.

José Miguel Silva
*μτφ: Γιάννης Σουλιώτης
-Ανθολογία Πορτογαλικής Ποίησης-


ΤΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΙΚΡΑ ΤΟΝ ΟΧΤΩΒΡΗ

Έχω ένα άλμπουμ φωτογραφίες - συνήθιζα κι' εγώ από μικρός να βγάζω φωτογραφίες - έχω ένα φάκελλο γεμάτο πόζες μου, στα δυο, στα πέντε, στα οχτώ, στα δώδεκα, στα είκοσι, στα τριάντα κι' ως σήμερα, και τον αδειάζω συχνά κι' απλώνω τις φωτογραφίες στο τραπέζι μου και τις κοιτάζω - και τις μετρώ και δε χάθηκε καμιά - για να μου θυμίζουν τις μέρες και τα κλέη μου κι' ύστερα αρχίζω να φοβούμαι και να θλίβομαι γιατί η κάθε μια είναι αλλουνού ανθρώπου και όλες μαζύ άλλες τόσες ιστορίες.

Αντρέας Νενεδάκης


ΓΥΑΛΙ ΣΑΝ ΝΑ 'ΤΑΝ

Φωτογραφία είσαι μιας στιγμής
που βγάλαμε μιαν άνοιξη ή χειμώνα
Ασπρόμαυρη μού έμεινες εικόνα
απο ένα ακόμα φιλμ της εποχής

Παγίδα μιας ατέλειωτης φυγής
- τι γρήγορα το φως που ταξιδεύει! -
Το αστέρι μας εκεί πια δεν σαλεύει
στο χάρτινο απόκομμα που ζεις
... ... ...
Φωτογραφία είσαι μιας ζωής
που θέλησα για μένα να κρατήσω
νομίζοντας πως έτσι θα την κλείσω
στα δίχτυα μιας ασπρόμαυρης στιγμής

Ηλίας Πολίτης / Αγνή Παλάντζα
(με τον Ηλία Πολίτη)

Ετικέτες ,

permalink σχoλια: 1 ...

Πέμπτη, Απριλίου 07, 2011

177 ~ παράθυρα, ii


Salvador Dalí: Muchacha en la ventana

Α, είναι ωραίο αυτό το παράθυρο
έτσι που άνοιξε,
βλέπει τη θάλασσα που αγαπώ
τα πλοία που έρχονται, τα πλοία που θα 'ρθουν

Γιώργος Ξ. Στογιαννίδης



ΝΑ ΔΙΑΣΧΙΖΕΙΣ ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ

Να διασχίζεις το δωμάτιο,
να ξεπερνάς τη δυσκολία της κουρτίνας
και φτάνοντας
να επιμένεις στο παράθυρο –

αν το ανοίξεις
όλα γίνονται εύκολα.

Χρίστος Λάσκαρης


(BROCAL)

Για ορίζοντα - ως τώρα - το παράθυρο του λιμανιού.
Στο βάθος, στα πάνω τζάμια, η θάλασσα. Στα κάτω
τζάμια, η θάλασσα.

Και πάντα ένα καράβι - ακόμα εκεί! - αγκυροβολημένο
στο παράθυρο.

Carmen Conde
-Περίπλους 13/14-
*μτφ: Σαράντης Αντίοχος



Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ

Δεν πάει πολύς καιρός που καθόμουν πίσω απ' το μεγάλο τοξωτό παράθυρο του καφενείου D στο Λονδίνο, την ώρα που τελείωνε ένα απόγευμα του φθινοπώρου. Ήμουν επί μήνες άρρωστος και τώρα αναρρώνοντας, με την δύναμη που επέστρεψε, βρέθηκα σε μια από τις ευτυχείς εκείνες διαθέσεις, τόσο αντίθετες της ennoui, στιγμές της οξύτερης επιθυμίας, όταν φεύγει η ομίχλη εμπρός από τα μάτια της ψυχής - η αχλύς η πριν επήεν - και εξημμένος ο νους ξεπερνά τόσο την συνηθισμένη του κατάσταση, όσο κι ο ισχυρός συνάμα αδέκαστος λόγος του Λάιμπνιτς, η αχαλίνωτη κι επιπόλαιη φλυαρία του Γοργία. Και μόνη η ανάσα, ήταν αγαλλίαση κι αντλούσα θετική ευχαρίστηση ακόμη κι από νόμιμες πηγές του πόνου. Ένιωθα ένα ήρεμο αλλά και φιλέρευνο ενδιαφέρον για τα πάντα. Μ' ένα πούρο στο στόμα και μιαν εφημερίδα στα γόνατα ευφραινόμουν το περισσότερο απόγευμα, διαβάζοντας τις διαφημίσεις ή παρατηρώντας τις ετερόκλητες συντροφιές στην αίθουσα κι άλλο τε κυττάζοντας μέσα απ' τα καπνισμένα τζάμια την οδό.

Edgar Allan Poe
*μτφ: Γιώργος Μπρουνιάς
-η λέξη, τ.12-



ΑΠΟΨΕ ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ

Απόψε τα μεσάνυχτα
αγάπη μου, μισάνοιχτα
άσ' τα παράθυρα σου
Και πρόσμενε τον έρωτα
σε λόγια αφανέρωτα
να 'ρθει στην κάμαρά σου

Σαν οπτασία που περνά
θα 'ρθω μικρό μου σιγανά
στο μαξιλάρι σου
Για να σου πω πως ξενυχτώ
στο παραθύρι τ' ανοιχτό
μόνο για χάρη σου

Ζοζέφ Κορίνθιος
(με τον Φώτη Πολυμέρη και την Τζένη Χαρίτου)

Ετικέτες

permalink σχoλια: 0 ...