παρα-κείμενα

Σάββατο, Ιουλίου 25, 2009

137 ~ τραίνα, i



Τι θλιβερό πράμμα ο Σταθμός,
που μόλις νάχη φύγει το τραίνο.


Μαρία Πολυδούρη



ΟΛΟ ΚΑΙ ΠΙΟ ΜΑΚΡΙΑ

Σφυρά γλιστρά γκρίζο το τραίνο
σε μια λιμνούλα ανέμου και καπνού
που ξεχειλίζει ορμητικά.
Έξω απ' την καταχνιά, σε τάφρους και χωράφια
τρέχουν φυτών συστάδες νοτισμένες
και στρέφουνε θλιμμένες μακρυά.

[....] όμως καραδοκεί και ελκύει από το βάθος
η διάφανη απόσταση.
Και μια μεγάλη αίσθηση με τον ρυθμό αυξάνει'
α των πραγμάτων η εναλλαγή που εγώ κυττώ,
Α των πραγμάτων η εναλλαγή που εγώ κυττώ,
και θα τα ήθελα!
Α της ζωής η εναλλαγή που εγώ νοιώθω,
και θα την ήθελα!
Αυτό που πλάι μου υπάρχει,
στον εαυτό του διπλωμένο δεν με θέλγει:
Φάντασμα είναι ανάμεσα
η ανεξήγητη στιγμή'
εκείνο που από μακρυά με προσκαλεί
όλο και πιο μακρυά πηγαίνει:
και τίποτα δικό μου στη διέλευση.

Clemente Rebora
*μτφ: Θανάσης Κουτλής
- Οκτώ Ιταλοί Ποιητές-



ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΤΩΝ 9:10

Είν' η ώρα που περνά
το τραίνο των εννιά και δέκα
Σ' ένα βαγόνι μια γυναίκα
προς το παράθυρο γυρνάει

Θαμπό το τζάμι απ' τα χνώτα
και βιαστικά το καθαρίζει
καθώς η μηχανή σφυρίζει
και χαμηλώνουνε τα φώτα

Και βλέπει μέσα στο σκοτάδι
ένα σπιτάκι φωτισμένο
και της μορφής της το μαγνάδι

Το σπίτι τρέχει ή το τραίνο;
Ή μήπως έτρεχε το βράδυ
προς το δικό της πεπρωμένο;

Mιχάλης Γκανάς


ΜΕΤΑΝΙΩΣΕΣ
...αλλά σ' έχω ξεχάσει
Και αν μετάνιωσες το τραίνο το 'χεις χάσει


Πέντε χρόνια ούτε γράμμα ούτε γραφή. Μόνον ένα σύντομο σημείωμα όταν είχε φύγει σαν τον κλέφτη. «Ως εδώ, δεν πάει άλλο, πνίγομαι σ’ αυτή την πόλη. Συγχώρεσέ με». Έτρεξε στον σταθμό να τον προλάβει. Δεν ήθελε να τον σταματήσει, ήθελε μόνο να τον δει μια ακόμα φορά, να του πει «γεια, καλή τύχη». Όταν έφτασε στον σταθμό το τραίνο είχε μόλις αναχωρήσει. Στάθηκε ασθμαίνοντας στην πλατφόρμα και έμεινε να το παρακολουθεί μέχρι που χάθηκε στη μεγάλη στροφή, αμέσως μετά το ξωκλήσι της Ζωοδόχου Πηγής, την ίδια ώρα που χανόταν κι ο ήλιος πίσω απ’ το λόφο.

"Συγχώρεσέ με"…. Τι να συγχωρέσει; Είχε προετοιμάσει μυστικά τη φυγή του, δεν είχε πει τίποτα για την αίτηση μετάθεσης, ούτε για την έγκρισή της. Στην αρχή πίστευε πως τα είχε βροντήξει όλα, πως η απόφασή του ήταν βεβιασμένη. Τον καταλάβαινε. Πονούσε, πικραινόταν αλλά τον καταλάβαινε και τον δικαιολογούσε. Την αλήθεια την έμαθε αργότερα, τυχαία, από τον πρωτοδίκη που τον αντικατέστησε…

Πέντε χρόνια… και σήμερα ξανά στο ίδιο σημείο να τον περιμένει. «Φθάνω τη Δευτέρα με το πρώτο πρωινό τραίνο. Γυρίζω, θέλω να σε δω». Πρώτα ακούστηκε ο ήχος των τροχών στις ράγες και μετά φάνηκε το τραίνο στη μεγάλη στροφή. Φλας μπακ σε αντίστροφη κίνηση. Λίγο πριν πάρει την ευθεία για τον σταθμό αναρωτήθηκε γιατί τον περίμενε. Είχε κι όλας φέξει και η αμαξοστοιχία γυάλιζε στις πρώτες ακτίνες του ήλιου. Πάγωσε την εικόνα, έκανε στροφή και κατευθύνθηκε προς την έξοδο.

Ιωάννα Μοάτσου - Στρατηγοπούλου
- Εφτά τραγούδια θα σου πω -



ΧΑΜΕΝΗ ΑΛΙΚΗ

Περνάει το τρένο και μες τη βροχούλα σφυρίζει
Στον ύπνο σου μέσα ακούς κι ανασαίνεις βαθιά
Μου λες πως ο κόσμος από μένα πιο πέρα, πιο πέρα γυρίζει
ενώ η ζωή μου ασάλευτη σβήνει αργά

Περνάει η βροχούλα, περνάει ο καιρός, η αγάπη περνάει
και μόνο το τραίνο ποτέ δε περνάει,
δεν περνάει ξανά

Τάκης Βούης / Μάρω Βαμβουνάκη
(με τον Σωκράτη Μάλαμα)

Ετικέτες , ,

permalink σχoλια: 1 ...

Δευτέρα, Ιουλίου 13, 2009

136 ~ μέρες, ii



Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη
πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα.


Οδυσσέας Ελύτης

ΧΙΙΙ.

Οι αφανείς ημέρες, πρόθυμα ωραίες,
πόσο πιο δύσκολες στη μνήμη από τις άλλες,
που τις ακούει το μυαλό να σκάβουν σκάλες,
κι επαγρυπνούν μέσα στον ύπνο σαν κεραίες.

Κι όμως αυτές αφήνουν φως, στις πιο ακραίες
σιωπές του σώματος αργές όπως οι στάλες'
μέρες που πέρασαν αθόρυβα μεγάλες,
τόσο κοινές που δεν θα γίνουν αγοραίες.

Κι όταν ο νους κρυφά τις παίρνει και τις πλάθει,
όπως την ψίχα με τις άκρες των δαχτύλων,
σκέφτεται κάποτε πως, ίσως, με τα πάθη

που περισσεύουν, όταν θά 'χουν φύγει όλοι,
πάνω στην τράπεζα των ξένων και των φίλων,
βρεθούν μιας τέχνης του εφήμερης οι βόλοι.

Διονύσης Καψάλης
(συλλογή "Μέρες Αργίας")
-Τετραλογία-



ΣΥΝΝΕΦΑ

Στη θλιμμένη μέρα η καρδιά μου πιο θλιμμένη απ' τη μέρα...
Ηθικές και κοινωνικές υποχρεώσεις;
Πολυπλοκότητα καθηκόντων, συνεπειών;
Όχι, τίποτε...
Η θλιμμένη μέρα, η λίγη θέληση για τόσο...
Τίποτε...

...
Στη θλιμμένη μέρα η καρδιά μου πιο θλιμμένη απ' τη μέρα...
Στη θλιμμένη μέρα όλες οι μέρες...
Στην τόσο θλιμμένη μέρα...


Fernando Pessoa
(Alvaro de Campos)

μτφ: Αντρέας Παγουλάτος
-Νέα Συντέλεια-



HENRY & JUNE

Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου το πέρασα, πασχίζοντας όσο μπορούσα να πλουτίσω τον εαυτό μου, περιμένοντας τόσο πολύ να γνωρίσω τα μεγάλα γεγονότα, αυτά που τώρα με γεμίζουν τόσο που σχεδόν συντρίβουν την ύπαρξή μου. Τώρα πια καταλαβαίνω την τρομερή μου αγωνία, την τραγική αίσθηση της αποτυχίας, τη βαθειά μου έλλειψη ικανοποίησησης. Περίμενα! Και, τώρα, έφτασε η ώρα της άνθισής μου, της αληθινής μου ζωής. Όλα τα υπόλοιπα ήταν προετοιμασίες. Τριάντα χρόνια επαγρύπνησης. Και τώρα οι αληθινές μέρες. Και οι μέρες που θα έρθουν και θα τις ζήσω.

Anaïs Nin
*μτφ: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης



ΜΕΡΕΣ ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΘΑ 'ΡΘΟΥΝ

Μέρες καλύτερες θα ’ρθούν, το λέει το ένστικτό μου
αυτό το κάτι μέσα μου, το εντελώς δικό μου
Χαράζουμε τα πρόσωπα, τα βλέμματα γλυκαίνουν
γιατί ταλαιπωρήθηκαν και τώρα το μαθαίνουν

Γιατί είν’ η αγάπη δόσιμο και δάκρυ που ματώνει
και πόρτα μισοσκότεινη κι απ’ έξω μας κλειδώνει
. . .

Μέρες καλύτερες θα ’ρθούν, τίποτα πια δεν σβήνει
την δίψα την λαχτάρα μου, την ομορφιά μου εκείνη
που μου ‘γινε πατρίδα μου, πόλη μου και Θεός μου
ματιά που με κομμάτιασε να ξαναβρώ το φως μου

Διονύσης Σαββόπουλος

Ετικέτες

permalink σχoλια: 0 ...

Τετάρτη, Ιουλίου 01, 2009

135 ~ τσιγάρα iv



Σταμάτα μου την αστραπή
ν' ανάψω ένα τσιγάρο
Και πες του σύννεφου να πει
πως θα 'ρθω να σε πάρω


Οδυσσέας Ελύτης



ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ 2

Σε ακούω από μακριά, μέσα από το βάθος ενός κοχυλιού.
Στην πιο γλυκιά γωνιά του σπιτιού μου, σε φέρνω, και σαν διάττοντας αστέρας, καλύπτεις το ημερολόγιο των εποχών.
Άλλες φορές έρχεσαι στον καφέ της Κυριακής, και ξεφυλλίζεις πρωινές εφημερίδες.
Το ξέρω ότι λαγοκοιμάσαι, αλλά καταφέρνω να σε ανταμώνω, σε μια δροσοσταλίδα, στο μπαλκόνι με τα λούλουδα και τον καπνό του τσιγάρου.
Όμως τα βράδια, γίνεσαι φεγγίτης, κρασί, πατημασιά και ιδρώτας.
Το μέσα πρόσωπο που λάμπει.

Παίζουμε την οδύνη μέσα σε δυο πακέτα τσιγάρα ολοκαίνουργια

Μανόλης Αναγνωστάκης


ΕΝΑ ΤΣΙΓΑΡΟ

Όχι καπνός χωρίς εσένα, φωτιά μου.
Μετά που έφυγες,
το τσιγάρο σου έμεινε να καίει στο τασάκι μου
και να σχηματίζει νήματα από καπνό ενός τόσο διακριτικού γκρίζου...
Χαμογέλασα στη σκέψη ποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι είναι σινιάλο
τόσης αγάπης.Ένα τσιγάρο
στο τασάκι του άκαπνου.
Καθώς τρεμοσβήνει η τελευταία κάφτρα
φυσά ένα ξαφνικό ρεύμα
κι ο καπνός τυλίγει το πρόσωπό μου
Είναι μυρωδιά; είναι γεύση;
Eίσαι ξανά εδώ, και μεθάω με τα χείλη σου
που έχουν τη μυρωδιά του καπνού
Άσε τον καπνό να ξαναγυρίσει στο σκοτάδι.
Μέχρι που ν' ακούσω την τελευταία στάχτη
να πέφτει ανάμεσα στα μπρούτζινα λουλούδια
θ' ανασαίνω, και πολύ μετά τα μεσάνυχτα, το τελευταίο φιλί σου.

Edwin Morgan
*μτφ: Ιωάννα Μοάτσου-Στρατηγοπούλου



ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΗΣ ΚΑΦΤΡΑΣ

Γράφοντας για το κάπνισμα μπορεί κανείς να μιλήσει για όλες σχεδόν τις μεταφορές, για τις ματαιωμένες πράξεις, για τη νευρικότητα της αναμονής και την αναστολή του χρόνου, για το ύφος και τις ψυχικές αποχρώσεις, τη ζωή του που καίγεται και γίνεται καπνός, το σκοτεινό τοπίο του ασυνείδητου πίσω από το γκριζογάλανο συννεφάκι του καπνού, για την ερωμένη του που έρχεται μέσα από τους καπνούς, το κόκκινο φως της κάφτρας στο απόλυτο σκοτάδι, σημαδούρα της αφάνειας, των υπαινιγμών και της φαντασίας. Μπορείς να καπνίζεις με μελοδραματικό πάθος, να δαγκώνεις την άκρη του φίλτρου με οργή, να παίζεις με το πακέτο γεωμετρώντας τη διάρκεια, να αφήνεσαι και να επανέρχεσαι. Μπορείς να είσαι ο εαυτός σου και ταυτοχρόνως κάποιος άλλος, να προεκτείνεις την ανάσα σου, να φτιάχνεις και να διαλύεις εικόνες στα όρια της γαλήνης και της καταστροφής, με άλλα λόγια: να γυρίζεις ανάποδα εκείνο που αποκαλούμε ψυχικό τοπίο.

Αναστάσης Βιστωνίτης
-SΑΝΤÉ, 15 συγγραφείς και ένα μυθικό τσιγάρο-



ΤΡΕΛΛΑΙΝΟΜΑΙ

Με πιάνει ένας έρωτας, μια μαύρη επιθυμία
η αποκλειστικότητα και ο εγωισμός
κι αναρωτιέμαι άραγε σε ποια παρανομία
σε ποια πραγματικότητα αντέχει ένας δεσμός

Με πιάνει ένας έρωτας την Κυριακή το βράδυ
κι όπως τα προποτζίδικα έτσι κι εγώ καρδιά
απ' τα ετοιματζίδικα σουξέ μεσ’ το σκοτάδι,
θ' ανάψω τα τσιγάρα μου, δεν θέλω τσιμουδιά

Σταμάτης Κραουνάκης
με τον Κώστα Μακεδόνα

Ετικέτες ,

permalink σχoλια: 4 ...