παρα-κείμενα
Τρίτη, Απριλίου 16, 2013
219 ~ ηλικίες, vi




Τα χρόνια πού πέταξαν, τα χρόνια πού χάθηκαν,
που ερχόταν το σούρουπο κι' η ήβη αργοστάλαζε τη στυφή της γοητεία...
Νάσος Δετζώρτζης
-Παραλλαγές στο ίδιο θέμα-

Ο ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΧΡΟΝΟΣ
...
Ήταν δέκα και είκοσι το πρωί όταν αποφάσισα
να μετακινηθούν οι πράξεις στο παρελθόν τους'
Πήγα και κάθισα ηλικίας δεκαέξι χρονώ
στην άκρη στα βραχάκια - δεν πρέπει, μουρμούρισες
και ήσουν εξαιρετικά σκυθρωπός, σε φοβήθηκα
Αλλά εξακολουθώντας εγώ
να βάφω άτεχνα μου είπες το στόμα μου
που θα μπορούσε κανείς να σε ειρωνευτεί
Ενώ εσύ ταξιδεύεις πάντα εν ονείρω
Αλλά έπρεπε να προσαρμοστώ να π ρ ο σ α ν α τ ο λ ι σ τ ώ
Διότι εγώ ήμουν απροσανατόλιστη, δε θυμάμαι
Απροσανατόλιστη γύριζα σ' ένα μυστικό αίθριο χαράς
Ερωτευόμουνα κάτι αόριστο
Ώσπου η συντροφιά νεαρά παιδιά, πετάξαμε τις ποδιές μας
τα βιβλία και φιληθήκαμε
Ανάβοντας τσιγάρο στο τσιγάρο
μεγαλώσαμε
Σάπισαν οι ποδιές μας στα νερά του χρόνου
Ανοίξαμε άλλες αγκαλιές χαθήκαμε
σε πράξεις ενηλίκων
... ... ...
Ζέφη Δαράκη
-η λέξη, τχ.183-

ΠΛΗΣΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΣΑΡΑΝΤΑ
Άυνπνος από τις τέσσερις, ακούω αυτό το ρυθμικό,
αυστηρό μέτρο της πρωινής βροχής
να ξαναλέει, όπως η δροσιά της μουδιάζει το μεδούλι,
ότι πλησιάζω τα σαράντα, πλησιάζω την αδύναμη
όραση που πήζει σαν τον πάγο στο τζάμι,
πλησιάζω τη μέρα που θα κρίνω τη δουλειά μου
με την άχαρη ταπεινοφροσύνη της μέσης ηλικίας
σαν μια ψεύτικη αυγή, μέτρια και χωρίς φλόγα,
και θα ήταν δίκαιο, γιατ' η ζωή μάτωσε
για μια κοινότοπη αλήθεια, για ένα στυλ πέρα απ' τον μεταφορικό λόγο
που βρίσκει την παράλληλό του, όσο ταλαίπωρη και να 'ναι,
σε απλούς, λαμπερούς στίχους, σε σελίδες απλωμένες
σαν σεντόνι που ασπρίζει τεντωμένο κάτω απ' την υδρορρόη,
ευγνώμων για μια στάλα
τυχαίας ενόρασης' εσύ που προείδες
τη φιλοδοξία σαν ένα φλογερό μετεωρίτη
θα πασπατεύεις ένα υγρό σπίρτο και, χαμογελώντας, θα αρκεστείς,
στο στεγνό σφύριγμα της παλιάς χύτρας,
σ' ένα όραμα πιο στενό από το κενό ανάμεσα σε δύο γρίλιες,
και τότε, κοιτάζοντας τα φύλλα σου να αραιώνουν, θα θυμηθείς πόσο βαθιά
ο θαυματουργός κυνισμός φυτεύει τους σπόρους του,
μετράει τις εποχές μας με την τελευταία φετινή βροχή,
όταν σαν πρωτάρηδες στο σχολείο
μπερδεύαμε το συμβατικό με το συμβολικό'
ή θα ξυπνήσεις και τους στίχους σου θα βάλεις μπρος
με πιο θλιμμένη χαρά αλλά πιο σταθερή έξαρση,
ως τη νύχτα που πραγματικά θα μπορείς να κοιμηθείς,
μετρώντας πώς η φαντασία
υποχωρεί, συμβατική σαν ένας οποιοσδήποτε υπάλληλος
που ζυγίζει τη δύναμη της ψιλοβροχής,
που, όπως την κινεί το καινούργιο φεγγάρι, τη δουλειά της κάνει
κι ας φαίνεται πως κλαίει.
Derek Walcott
μτφ: Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ
-Ποιήματα-

ΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ
Ελένη Γερασιμίδου
-Αυτές-

ΤΙ ΤΡΙΑΝΤΑ, ΤΙ ΣΑΡΑΝΤΑ, ΤΙ ΠΕΝΗΝΤΑ
Όταν κλείσεις κάποια μέρα τα σαράντα
στης ζωής το περιθώριο μην μπεις
Μη φοβάσαι και θα είσαι νέος πάντα
κι ότι γέρασες ποτέ σου να μην πεις
Με τα γκρίζα σου μαλλιά πολλές θα ρίξεις
- μελαμψές και μαυρομάτες και ξανθές -
Κι αν τον δρόμο σου με γέλιο τον τραβήξεις
θα κερδίσεις στην ζωή σου ό,τι θες
Τι τριάντα, τι σαράντα, τι πενήντα
τι θα πει αν είναι λίγα πολλά
η ζωή είναι ωραία ως το τέλος
και νικάει όποιος ξέρει να γελά
Στον καθρέφτη σου μην δίνεις σημασία
και τις πέτρες τις αλλάζει ο καιρός
Η καρδιά έχει στον άνθρωπο αξία
κι όταν ξέρεις είσαι πάντα νεαρός
... ... ...
Νίκυ Γιάκοβλεφ / Πυθαγόρας
- με την Ρένα Βλαχοπούλου
Ετικέτες ηλικίες
Δευτέρα, Απριλίου 01, 2013
218 ~ φεγγάρια, v







Το μισοφέγγαρο καταμεσίς στον ουρανό
Δρεπάνι της νύχτας ακονισμένο
Μυστικό για το κλεμμένο φως.
Γιωργής Κότσιρας

ΜΙΚΡΗ ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
4
Νύχτα' το χέρι της απλώνει
πάνω του ανάλαφρο σαν φύλλο,
κι εκείνος κάτω απ' το σεντόνι
αγγίζει το υγρό της φύλο.
Κι όπως γυρνά στο πλάι και κλείνει
το φως, την πνίγουν οι λυγμοί,
κι απ' το παράθυρο η σελήνη
εξαργυρώνει τη στιγμή.
Διονύσης Καψάλης
-Ποίηση, τχ.22-

ΣΕΛΗΝΗ
Τόσο τέλεια κι άσπρη.
Τόσο μακρινή!
Μακρινή και άσπρη.
Μακριά απ' το θάνατο
κι από τη ζωή.
Μακριά απ' το κλάμα.
Κι απ' το γέλιο, επίσης.
Τόσο!
Δε γνωρίζει πόσο
Όλα είναι θλιμμένα.
Πόσο ο κόσμος είναι
όμορφος και ίσως
κι ο ίδιος ο θάνατος
είν' επιστροφή
δίχως να έχεις φύγει.
Μόνη πάνω, μόνη.
Τόσο τέλεια κι άσπρη
Τόσον υψηλή!
Μακρυσμένα απ' όλα!
Τίποτα εκεί πάνω.
Μόνο εκείνη, μόνη,
κολυμπάει μονάχη.
Líber Falco
*μτφ: Ρήγας Καππάτος
-Γενική Ανθολογία Σύγχρονης Λατινοαμερικανικής ποίησης 1892-1975-

ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΜΕ ΠΟΛΛΑ ΦΩΤΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΜΙΑ ΠΟΛΗ ΜΕ ΠΟΛΛΑ ΑΣΤΕΡΙΑ
Μενέλαος Λουντέμης
-Νέα Εστία, τχ. 189-

ΠΑΡΕ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ ΚΙ ΕΛΑ
Στην πόρτα σου παρκάρισε απόψε το φεγγάρι
τον ουρανό παράτησε κι ήρθε για να σε πάρει
Πάρε το φεγγάρι κι έλα
- μη μου κάνεις καμιά τρέλα, μη μου κοιμηθείς -
Βάλ' το χέρι στην καρδιά σου, άφησε τη μοναξιά σου
κι έλα να με βρεις
Σπύρος Παπαβασιλείου / Κώστας Βέργος
με τον Δημήτρη Μητροπάνο
Ετικέτες φεγγάρια